Πότε ακριβώς ξεχάσαμε να είμαστε παιδιά;
Ανάγνωση σε 3,5′
Παρατηρώ με ενδιαφέρον καθώς η κόρη μου, 3,5 ετών, φυσάει το καλαμάκι στο μισογεμάτο ποτήρι με το γάλα, χαζεύοντας με προσήλωση τις μπουρμπουλήθρες να πολλαπλασιάζονται αργά και σταθερά, μέχρι να φουσκώσουν τόσο πολύ ώστε το γάλα να ξεχειλίζει από τις άκρες του ποτηριού. Μετά, βάζει τα χέρια της μέσα στο ποτήρι για να τις σκάσει – ένας θεός ξέρει αν τα έχει πλύνει αυτή τη φορά – και ως δια μαγείας, αυτές εξαφανίζονται! Ένα αμυδρό χαμόγελο διακρίνω στο προσωπάκι της και μία αγαλλίαση στην ψυχή της, που δεν κρύβεται. Το στόρυ επαναλαμβάνεται, φύσα, σκάσε, φύσα σκάσε, και φτού κι απ’την αρχή. Πιάνω και τη δική μου ψυχή να αγαλλιάζει, και σκέφτομαι: πότε ξεχάσαμε να είμαστε παιδιά;
Είμαστε στη διαδικασία του ύπνου και έχει μόλις πλύνει τα δόντια της. Πάω να χύσω το νερό από το ποτήρι στο δοχειάκι που της δίνω για να φτύνει και μου λέει ‘ΜΑΜΑ ΟΧΙ! Θα το κάνω εγώ!’ Μετά την τρομάρα μου από την ανείπωτη στριγγλιά που βγάζει για να με προλάβει να μη το κάνω εγώ, παίρνει το ποτήρι και χύνει το νερό εκείνη, όχι με τη μία – για να τελειώνουμε, – αλλά σε 5-6 συνέχειες, παρατηρώντας με προσοχή το νερό να χύνεται από το ένα δοχείο στο άλλο και δοκιμάζοντας θρασύτατα την υπομονή μου βραδιάτικο.
Ο γιος μου έχει μία αδυναμία στο να πλένει πράγματα. Παίρνει λοιπόν σφουγγάρι, ava και δοχείο με νερό και βάλλεται να σαπουνίσει το πατίνι του. Γελάω σιωπηλά καθώς τον βλέπω να τρίβει με μανία τις ρόδες να γυαλίσουν, οι οποίες σε λίγα λεπτά που θα πάμε στην πλατεία θα γίνουν πάλι μαύρες. Τί σημασία έχει για εκείνον όμως αυτό; Εκείνος είναι στο δικό του κόσμο, όπου τα πατίνια με τις μαύρες ρόδες με ένα καλό τρίψιμο αλλάζουν χρώμα! Και δώσ’του να τρίβει..
Εγώ, με την τετράγωνη λογική μου, ένας τυπικός ενήλικας πια, πασχίζω να βρω έναν χώρο μέσα μου για αυτές τις υπέρτατες παιδικές στιγμές.
Είμαστε λοιπόν έτοιμοι να φύγουμε με το αυτοκίνητο και πριν μπουν μέσα, αποφασίζουν να κάνουν τα ακροβατικά τους στα μεταλλικά κάγκελα του γκαράζ. Κόλπα τα λένε. Σκαρφαλώνουν, λικνίζονται, βρίσκουν διάφορες κουλές στάσεις και μετά χοροπηδούν από μικρό ύψος στο δάπεδο. Τα γέλια και η χαρά είναι απερίγραπτα. Στις συνεχείς εκκλήσεις των παιδιών για ‘ΑΛΛΟ ΕΝΑ’ έχω μάθει, όταν δε βιαζόμαστε, να πηγαίνω πάσο. Βολεύομαι λοιπόν στη θέση του οδηγού και τους καμαρώνω πίσω από το τζάμι σαν σε ταινία… να γίνονται αδέρφια.
Όταν κάνω λοιπόν αυτές τις μικρές θυσίες, έχω παρατηρήσει ότι τις φορές που η ψυχούλα τους ξεχειλίζει από αγαλλίαση, όπως αυτό το μισογεμάτο ποτήρι με το γάλα που ξεχειλίζει με έναν έρημο αέρα κοπανιστό, τότε τα παιδιά μου είναι πιο ήρεμα… είναι πιο ευγενικά το ένα με το άλλο, και, αφού τους δίνω χώρο όταν τον θέλουν, μου δίνουν κι αυτά, τις στιγμές που θέλω κι εγώ να κάνω τα δικά μου και να γίνω για λίγο παιδί.
Έπεσα τυχαία πάνω σε ένα άρθρο πρόσφατα για παιδιά που ζουν σε δύσκολες συνθήκες, σε κοινωνίες με υπερβολική φτώχεια, με τα απολύτως απαραίτητα για την επιβίωσή τους, το οποίο έλεγε ότι όποια και να είναι η κατάσταση, ακόμα και στις πιο απίστευτες συνθήκες διαβίωσης, βλέπεις παιδιά να διασκεδάζουν και να χαίρονται με τα μικρά της ζωής, παίζοντας για παράδειγμα ποδόσφαιρο στις λάσπες με μία αυτοσχέδια μπάλα, ανέγγιχτα από τα ανελέητα σαγόνια της μιζέριας. Σαν αυτό που γίνεται γύρω τους να είναι ένα σκηνικό από στούντιο του Χόλιγουντ.
Και χάρηκα. Φαίνεται ότι η χαρά των παιδιών βρίσκει πάντα και παντού χώρο να ξεμυτίσει στην επιφάνεια, είτε μέσα από τις λάσπες και την κακουχία, είτε από την άνεση της προνομιακής ζωής, όπου οι ενήλικες όμως έχουν μηδανιμή υπομονή και χρόνο για υπέρτατες παιδικότητες και τέτοια κουραφέξαλα.
Αλλά θα σάς το εκμυστηρευτώ. Πιάνω τον εαυτό μου να χώνω τα χέρια μου στο αλεύρι πριν το βάλουμε στο μπωλ για το κέικ, όπως ακριβώς κάνει η κόρη μου ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ που η σνταγή καλεί για αλεύρι, λες και δεν έχει ξανανιώσει αυτή τη βελούδινη αίσθηση στα χέρια τις 150 φορές που έχουμε φτιάξει κέικ μαζί.
Ή να παρατηρώ λίγο πιο προσεκτικά το φεγγάρι όταν ένα από τα παιδάκια μου μού το δείχνει με ενθουσιασμό και μου λέει ‘πόσο φωσφορίζει σήμερα μαμά πάνω στον ουρανό…’ αντί να σκέφτομαι τα δικά μου και να λέω ένα βιαστικό ‘α, ναι;’ …χωρίς να έχω ακούσει καν τι μου είπε..
Το φεγγάρι, οι φυσαλίδες, το σαπούνισμα, αυτή η αυτοσχέδια μπάλα, είναι οι μικρές χαρές που ξεχνάμε και που μάς θυμίζουν τα παιδιά μας τόσο ξεδιάντροπα καμιά φορά.
Ας τις προσέξουμε για αλλαγή… και ας δώσουμε λίγο χώρο σε αυτή την φαινομενικά ενοχλητική, αλλά ζηλευτή παιδικότητα που διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια μας καθημερινά, και που συχνά τσακίζεται άδοξα με τα σκληρά μας λόγια πριν προλάβει καν να σκάσει μύτη, με ένα ‘τελείωνε να προλάβουμε’ ή ένα ‘άστο αυτό, θα χυθεί.’
Όταν κάποια στιγμή μπει η λογική στη ζωή των παιδιών μας και σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά της, λίγη μαγεία μπορεί και να βρει τρόπο να επιβιώσει, κάπου εκεί στο περιθώριο, κάνοντας τη ζωή τους πιο πικάντικη και τα παιδιά μας πιο ικανά να δώσουν και εκείνα χώρο στα δικά τους παιδιά.
Γιατί τα θεμέλια για την ευτυχία τους δεν είναι ούτε στις επιτυχίες τους, ούτε στο πόσους φίλους έχουν, ούτε στο πόσο περήφανους μπορούν να μάς κάνουν όταν είναι φρόνιμα. Είναι σε αυτό τον αέρα τον κοπανιστό, τις μικρές στιγμές απόλυτης ευτυχίας που βρίσκονται στο έλεος της δικής μας υπομονής.