Έχουμε ο καθένας τον τρόπο του με τα παιδιά, και δε θα το θέλαμε αλλιώς
Ανάγνωση σε 4′
Μπορεί να μην είμαι το κατάλληλο άτομο να γράψω για αυτό το θέμα, γιατί στην οικογένειά μου οι ρόλοι μας είναι αρκετά ξεκάθαροι. Τα παιδιά είναι παιδιά, με αυτές τις φατσούλες που σε κάνουν να μπορείς να υπομείνεις τα πάντα, και οι γονείς έχουμε ο καθένας το κομμάτι μας, ο μπαμπάς δουλεύει ολημερίς και ολονυκτίς και εγώ το ίδιο, απλώς κάνω δύο δουλειές, τη δουλειά μου, και την άλλη δουλειά, αυτή με τα παιδιά.
Και εκείνος, οφείλω να το παραδεχτώ, είναι υπέροχος μαζί τους, τις στιγμές που περνάνε μαζί, και δεν επεμβαίνει πολύ στα τί και πώς, γι’αυτό και αναρωτιέμαι για την καταλληλότητά μου.
Παρόμοια όμως είναι η πραγματικότητα σε πολλές οικογένειες όσον αφορά στους ρόλους. Ο μπαμπάς μπορεί να μην περνάει τον ίδιο χρόνο με τα παιδιά όσο η μαμά και αυτό τον κάνει περισσότερο ιδεαλιστή, ενώ η μαμά, που είναι πιο κοντά τους, ενδιαφέρεται μόνο για το τί λειτουργεί, έτσι ώστε… να περάσει και αυτή η μέρα.
Όποιος και να είναι ο ιδεαλιστής στην οικογένεια, τα προβλήματα προκύπτουν όταν η μαμά και ο μπαμπάς διαφωνούν στα τί και πώς. Γιατί προσέξτε, μπαμπάδες και μαμάδες συμφωνούμε απόλυτα ότι θέλουμε να αναθρέψουμε παιδιά με ήθος, με αυτοπεποίθηση, που να σέβονται τους άλλους, που να είναι χρήσιμοι πολίτες, που να έχουν όλα τα εφόδια για να πετύχουν στη ζωή τους και μπλα μπλα μπλα, σωστά; Άρα αυτό είναι κοινό. Όμως, πολλές φορές κολλάμε …στον τρόπο.
Και υπάρχει και ένα αδιαπέραστο εμπόδιο που στέκεται πάντα στη μέση. Είμαστε δύο διαφορετικοί άνθρωποι! Με άλλα πιστεύω, με άλλες απόψεις για τη ζωή και τα πράγματα, με άλλα χαρίσματα και άλλες παραξενιές και ελαττώματα, αλλά κυρίως, για το θέμα που μάς αφορά, με άλλη ανατροφή. Και, οι γονείς, έχουμε την τάση να μεταφέρουμε στα παιδιά μας, συνειδητά ή ασυνείδητα, όλα αυτά τα μικρά, μαγικά ή συντριπτικά κομματάκια από τις μνήμες της παιδικής μας ηλικίας, που μάς λάξευσαν σε αυτό που είμαστε σήμερα.
Διαβάστε: Ένα παιδί που μεγάλωσε με φωνές, ενηλικιώνεται
Ναι… Πώς μπορούν δύο διαφορετικοί άνθρωποι, που έχουν ζήσει διαφορετικά, να συμφωνήσουν σε κάθε τακτική και κάθε λεπτομέρεια πάνω σε κάτι τόσο μεγαλειώδες όπως είναι το μεγάλωμα των παιδιών τους; Το κρατάμε αυτό και παραδεχόμαστε ανοιχτά: ας συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε! Δε θα μπορούσαμε να συμφωνούμε σε όλα έτσι κι αλλιώς, σωστά;
Γι’αυτό λοιπόν, έχω καταλήξει σε κάτι που μού είχε κάνει εντύπωση όταν το πρωτοείδα γραμμένο, αλλά τελικά μπορεί και να μην είναι μακριά από την αλήθεια:
Δε χρειάζεται να συμφωνούμε!
Ο λόγος; Το μυστικό κρύβεται στα ίδια τα παιδιά. Αντιγράφω αυτοτελές το σχετικό απόσπασμα από το βιβλίο του Αυστριακού Ψυχιάτρου και πρεσβευτή της θετικής διαπαιδαγώγησης Rudolf Dreikurs ‘Το παιδί, μία νέα αντιμετώπιση’:
‘Είναι πολύ φυσικό οι γονείς, σαν δύο ξεχωριστά άτομα, να έχουν διαφορετικές ιδέες πάνω σε πολλά πράγματα. Ωραίο είναι αν μπορούν να συμφωνήσουν πάνω στον τρόπο της ανατροφής των παιδιών. Αλλά μία τέτοια συμφωνία δεν είναι απαραίτητη. Το παιδί αποφασίζει για το τί θα δεχτεί και τί θα απορρίψει από κάθε πρόσωπο που βρίσκεται στο άμεσο περιβάλλον του. Αυτός είναι ο λόγος που κάνει το παιδί να δέχεται, χωρίς καμία σύγχυση, τα διαφορετικά φερσίματα των μεγάλων, του πατέρα, της μητέρας, της γιαγιάς ή άλλων συγγενών. Συνήθως ξέρει πολύ καλά πώς να κερδίζει τα μεγαλύτερα οφέλη για τον εαυτό του από κάθε σχέση.’
Και όχι μόνο ξέρει, αλλά είναι ικανό να μάς φέρνει και αντιμέτωπους τη μαμά και το μπαμπά, όταν μυρίζεται ότι έχουμε διαφορές απόψεων σε σχέση με την ανατροφή του!
Μπορεί λοιπόν να μη χρειάζεται να συμφωνούμε σε όλα, όμως, είναι σημαντικό να συμφωνούμε σε κάποιες κεντρικές αξίες που θέλουμε να περάσουμε στα παιδιά μας, όπως, ότι δε χτυπάμε, δεν αποκαλούμε τον άλλον με χαρακτηρισμούς, φερόμαστε με σεβασμό, δε φωνάζουμε, βοηθάμε ο ένας τον άλλον, και διάφορα άλλα σε αυτές τις γραμμές. Και συμφωνούμε και οι δύο σε αυτές. Δεν είναι δύσκολο να συμφωνούμε εκεί.
Γιατί; Είναι απλό: Γιατί όταν χτυπάμε, πονάει! Οι χαρακτηρισμοί πληγώνουν. Οι φωνές ταπεινώνουν. Η έλλειψη σεβασμού μειώνει τον άλλον.
Όλοι οι άνθρωποι μάλλον θα συμφωνούσαν σε αυτά, κανένας δεν θέλει να τον πληγώνουν και να τον μειώνουν, και ναι, σωστά το μαντέψατε: τα παιδιά, είναι και αυτά άνθρωποι!
Ο γονιός που θα φερθεί στο παιδί του με σεβασμό, είναι και αυτός που είναι πιο πιθανό να «κερδίσει το παιδί.» Σε αυτόν θα ανταποκρίνεται το παιδί καλύτερα, με αυτόν θα συνεργάζεται ευκολότερα, σε αυτόν θα πηγαίνει όταν νιώθει ότι αδικείται ή όταν είναι στενοχωρημένο.
Ο άλλος γονιός, όντας αυτόπτης μάρτυρας αυτής της πρωτόγνωρης αποτελεσματικότητας στη συνεννόηση με τα παιδιά που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του, είναι πιο πιθανό να μεταστραφεί.
Αυτή είναι η λογική.
Και σίγουρα βοηθάει και οι δύο γονείς να έχουμε την ίδια ανάμειξη με τα παιδιά και να περνάμε αντίστοιχο χρόνο μαζί τους, γιατί έτσι μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα και την οπτική των ίδιων των παιδιών. Στο μέτρο του εφικτού πάντα.
Η κλινική ψυχολόγος και parenting expert Dr Laura Markham, αναφέρει ‘Μία απάντηση που ακούω ξανά και ξανά από γονείς είναι ότι, οι σύντροφοί τους παρακολουθούν αυτό που κάνουν, βλέπουν τα αποτελέσματα που έχουν με τα παιδιά τους, και θέλουν αυτά τα αποτελέσματα.’
Να λοιπόν πώς εγώ, ενώ αρχικά ήμουν πολύ ανήσυχη για το πώς θα βρούμε κοινό έδαφος με τον σύζυγο στην ανατροφή των παιδιών, πολύ απλά επειδή νόμιζα ότι πρέπει να συμφωνούμε σε όλα, πήρα την βαθύτερη ανάσα ανακούφισης των τελευταίων ετών.
Και βάλαμε πλώρη να τα μεγαλώσουμε, ο καθένας με τον τρόπο του.
Αν τώρα εκείνος πίστευε ότι τα παιδιά καταλαβαίνουν μόνο με το ξύλο, εννοείται πως δεν θα μπορούσε να το πιστεύει για πολύ, και αυτό θα έπρεπε να το εξασφαλίσω εγώ. Κάποια ζητήματα αποτελούν κόκκινες περιοχές. Σε όλα τα άλλα ακολουθούμε ο καθένας τον τρόπο του.
Θα υπάρξουν και διαφωνίες ή παρατηρήσεις του ενός προς τον άλλο, αλλά αυτές μας κάνουν να νιώθουμε περισσότερο σαν ομάδα, και λιγότερο σαν αντίπαλοι. Αρκεί να μην εκφράζονται με σχόλια του τύπου ‘Σαν τα μούτρα σου τα έχεις κάνει τα παιδιά!’
Και κάτι τελευταίο, αλλά από τα πιο σημαντικά στο θέμα μας. Προσπαθούμε να παραδειγματίζουμε με τη συμπεριφορά μας. Είναι ίσως ο πιο ισχυρός τρόπος να επηρεάσουμε τα παιδιά. Αν εμείς φωνάζουμε ο ένας στον άλλο ή χτυπάμε, πώς μπορούν τα παιδιά να μάθουν να μη φωνάζουν και να μη χτυπάνε; Το να τους το λέμε δεν αρκεί, αν το κάνουμε, τελικά θα το κάνουν και τα παιδιά.
Είπα πολλά και έχω μπερδευτεί και εγώ τώρα. Τα σπάω σε κομματάκια:
Μαμά και μπαμπάς έχουμε πάνω-κάτω τους ίδιους στόχους για τα παιδιά μας; Ναι. Είμαστε όμως και πολύ διαφορετικοί.
Χρειάζεται να συμφωνούμε στα τί και πώς; Όχι, στις βασικές αξίες της οικογένειάς μας όμως, ναι. Και συμφωνούμε. Είναι εύκολο να συμφωνούμε εκεί.
[Καμπανάκι για τις κόκκινες περιοχές (πχ. ξύλο, φωνές).]
Σε τί ανταποκρίνονται τα παιδιά; Σε όλα αυτά που ανταποκρίνονται και οι μεγάλοι. Τα αντιμετωπίζουμε όπως θα θέλαμε να μάς αντιμετωπίζουν οι άλλοι, όπως θα φερόμασταν σε μία φίλη/ο. Έτσι, έχουν διάθεση να συνεργαστούν μαζί μας και να ακολουθήσουν την καθοδήγησή μας.
Παραδειγματίζουμε τα παιδιά με τη δική μας συμπεριφορά όσο πιο συχνά μπορούμε.. δεν είμαστε τέλειοι.. είπαμε.
Μία φιλική πρόταση για το τέλος:
Μαμά και Μπαμπά, κάντε ο καθένας αυτό που νομίζει, και ακολουθήστε τελικά αυτό που κάνει τα παιδιά να συνεργάζονται καλύτερα! Τα παιδιά θα σάς δείξουν το δρόμο…
Διαβάστε επίσης:
Τα παιδιά συνεργάζονται πιο εύκολα, όταν νιώθουν ότι τα καταλαβαίνουμε
Η τιμωρία και οι φωνές δεν λειτουργούν
Πώς κατάφερα να μη φωνάζω στα παιδιά μου