“Όχι στα βαθιά παιδί μου” και άλλες ατάκες που πίστευα ότι δεν θα πω
Αθάνατη Ελληνίδα μάνα, που όλοι την κοροϊδεύουμε και που τελικά δεν μπορούμε να την αποφύγουμε. Ήταν η γιαγιά μας, η μαμά μας, γίναμε εμείς και λογικά θα γίνει και η κόρη μας. Μια φιγούρα που όλοι αγαπάμε να κοροϊδεύουμε και όταν φεύγει, μας λείπει αφόρητα (Δείτε εδώ: Που πας μαμά;). Μια ιστορία χιλιοειπωμένη που όμως κάθε φορά μας συγκινεί.
Πρόσφατα, έπιασα τον εαυτό μου να στέκεται στην άκρη της θάλασσας και να φωνάζει την αγαπημένη κλασσική ατάκα Όχι στα βαθιά παιδί μου! Φώναξα εγώ στο παιδί μου, που πάει στο κολυμβητήριο σχεδόν από την ημέρα που γεννήθηκε και που αν κάνουμε αγώνες δεν θα προλάβω να δω πότε έφτασε στο τέρμα. Κι όμως, και το είπα και το πίστευα και το εννοούσα.
Οι γύρω μου γέλασαν και εγώ ομολογώ ντράπηκα λίγο. Το παιδί μου αγανάκτησε αλλά εγώ διέκρινα μια τρυφερότητα στα μάτια του. Θα μου πεις να βάλω και ζακετάκι; με ρώτησε και αυτό το σχόλιο πυροδότησε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση ανάμεσα στις μαμάδες της παραλίας.
Ξαφνικά μία μία άρχισαν να παραδέχονται τις ατάκες που έχουν κατά καιρούς πει και να κοκκινίζουν. Ατάκες με τις οποίες είχαν γελάσει και που δεν πίστευαν ποτέ ότι θα έφταναν στα χείλη τους.
Αν δεν φας όλο το φαγητό σου, δεν θα φας παγωτό
Βγες από τη θάλασσα (μία φορά), βγες από τη θάλασσα (δύο φορές), βγες από τη θάλασσα (ουρλιαχτό). Αν δεν βγεις τώρα από τη θάλασσα δεν θα πας λούνα παρκ το βράδυ (με απειλητικό ύφος).
Ζακετάκι να πάρεις θα κάνει κρύο (αφορά σε όλες τις εποχές)
Το είπα μια φορά! Δεν θα το ξαναπώ! (και το άκουγες άλλες δέκα φορές)
Θα μετρήσω μέχρι τρία και…
Εσένα, παιδάκι μου, το μυαλό σου είναι πάνω από το κεφάλι σου!
Θα έρθεις μαζί και θα πεις κι ένα τραγούδι (ευτυχώς δεν χρειάστηκε)
Μην κάθεσαι κοντά στην τηλεόραση, θα χαλάσεις τα μάτια σου (ατάκα που ακούγεται ακόμα και σήμερα που τα παιδιά ξημεροβραδιάζονται στο τάμπλετ)
Φάε, έχεις αδυνατίσει πολύ. Μην τρως γλυκά δεν κάνει (σε μία πρόταση!)
Δεν θα κάνεις άλλο παιχνίδι, δεν έχουμε άλλα λεφτά! Άλλα παιδάκια πεινάνε (;;;)
Γιατί δεν σηκώνεις το τηλέφωνο, σε πήρα 10 φορές (κυριολεκτικά)
Η κόρη της γειτόνισσας πήρε καλύτερους βαθμούς, έχει καλύτερες φίλες κτλ
Με ποιον θα πας; Μόνοι σας θα πάτε; Τους γονείς τους ξέρω; Είναι καλός μαθητής; Τι θα γίνει όταν μεγαλώσει (σε μια πρόταση)
Μόνοι σας διακοπές; (λιποθυμικό επεισόδιο)
Πότε θα παντρευτείς;
Τα γέλια μας ακούγονταν μέχρι τη θάλασσα και κάθε ατάκα συνοδευόταν και από μια νοσταλγία για τη δική μας μάνα, που είχε γίνει τώρα η γιαγιά που λέει σε όλα ΝΑΙ. Η συζήτηση είχε πάρει μια γλυκόπικρη γεύση και μια περίεργη ζεστασιά. Εάν το καλοσκεφτείς γενιές και γενιές μεγάλωσαν με τα κεφτεδάκια στο τάπερ και με το μόνιμο άγχος της μάνας να καλοπαντρέψει την κόρη. Με το παντός καιρό ζακετάκι, που προστατεύει από όλες τις ιώσεις όλων των εποχών και με την απειλή ότι μπορεί να χάσουμε το λούνα παρκ, εάν δεν κοιμηθούμε το μεσημέρι.
Αυτό όμως που καταλαβαίνω τώρα, που βρίσκομαι από την άλλη μεριά, είναι ότι πίσω από όλες αυτές τις ατάκες κρυβόταν απεριόριστη αγάπη, σαν αυτή που νιώθω τώρα για το παιδί μου. Και, για να λέμε την αλήθεια, υπήρχαν βράδια που χρειάστηκα αυτό το ζακετάκι και δεν το είχα μαζί μου!